Καλώς ορίσατε στις ιστοσελίδες μου |
Σύγχρονα και Εναλλακτικά Μοντέλα Ανάπτυξης της Αθλητικής Βιομηχανίας
20ό Συνέδριο Διοίκησης Αθλητισμού & Αναψυχής
Ελληνική Επιστημονική Εταιρεία Διοίκησης Αθλητισμού & Αναψυχής (ΕλλΕΕΔΑΑ)
Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού (ΤΕΦΑΑ) ΑΠΘ
Εργαστήριο Διοίκησης Αθλητισμού Τουρισμού & Αναψυχής του ΤΕΦΑΑ ΑΠΘ
Θεσσαλονίκη, 24-26 Ιανουαρίου 2020
Περίληψη
Η ανακοίνωση παρουσιάζει τα αποτελέσματα εμπειρικής έρευνας με σκοπό να διαπιστωθούν ο βαθμός και η έκταση στην οποία οι αθλητικοί συντάκτες, με την ιδιότητα του «πυλωρού» της ειδησεογραφίας, χρησιμοποιούν το πληροφοριακό υλικό που τους παρέχεται από τα τμήματα επικοινωνίας των Καλαθοσφαιρικών Ανώνυμων Εταιρειών (ΚΑΕ) της Αττικής, με ποιον τρόπο, και κατά πόσο αυτό επηρεάζει τη θεματολογία των αθλητικών μέσων επικοινωνίας (κατ’ επέκταση και του κοινού). Η μέθοδος που ακολουθήθηκε ήταν αυτή της ποιοτικής έρευνας, με εργαλείο την ατομική συνέντευξη βάθους. Το δείγμα αποτέλεσαν τέσσερις δημοσιογράφοι και δύο υπεύθυνοι επικοινωνίας που εργάζονταν σε ΚΑΕ και μέσα επικοινωνίας, με έδρα την Αττική.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι δύο πλευρές έχουν μία εύθραυστη συμβιωτική σχέση αλληλεξάρτησης, που είναι μάλλον επιφανειακή, και η οποία πολλές φορές κλονίζεται από δυσπιστία και προβλήματα, ενώ προκύπτει κυρίως από λειτουργικές ανάγκες και συμφέροντα των αθλητικών οργανισμών. Συμπερασματικά, οι ΚΑΕ της Αττικής καθορίζουν σε σημαντικό βαθμό το καθημερινό θεματολόγιο των μέσων της αθλητικής ειδησεογραφίας.
Έκθεση έρευνας
Τμήμα Δημοσιογραφίας & ΜΜΕ ΑΠΘ
Μητροπολιτικός Οργανισμός Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης (MOMus)
Έτος έκδοσης: 2020
ISBN: 978-618-5426-07-1
Πλήρες κείμενο: https://backend.momus.gr/sites/default/files/2023-11/ereunaweb_teliki.pdf
Περίληψη
Η έκθεση παρουσιάζει τα αποτελέσματα από την πρώτη ποσοτική έρευνα για τους εικαστικούς καλλιτέχνες στη χώρα μας, η οποία πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με τον Μητροπολιτικό Οργανισμό Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης (MOMus). Περιλαμβάνει πέντε θεματικές ενότητες: δημογραφικά χαρακτηριστικά και κοινωνική σύνθεση, εκπαίδευση (καλλιτεχνική και μη καλλιτεχνική), επαγγελματικό και εργασιακό προφίλ, συνθήκες εργασίας και συνθήκες διαβίωσης, καθώς και ερωτήσεις αναφορικά με απόψεις και αναπαραστάσεις των εικαστικών (βαθμός ικανοποίησης και αισιοδοξίας, και άλλες).
Στην έρευνα έλαβαν μέρος 591 εικαστικοί καλλιτέχνες (38% άνδρες, 62% γυναίκες), η ηλικία των οποίων κυμαίνεται κυρίως από 32 έως 57 ετών. Με διάστημα εμπιστοσύνης 95%, το περιθώριο σφάλματος υπολογίζεται στο ±3,82%. Στο συγκεκριμένο δείγμα αντιπροσωπεύονται όλα τα στάδια της κοινωνικής και εργασιακής διαδρομής, ενώ το ερωτηματολόγιο κάλυψε όλες τις διαστάσεις των συνθηκών εργασίας και διαβίωσης, υιοθετώντας κατάλληλα προσαρμοσμένες και εμπλουτισμένες τις μεθόδους που εφαρμόζονται σε παρόμοιες έρευνες τόσο σε άλλες χώρες, όσο και από διεθνείς οργανισμούς και τη EUROSTAT.
Τα ευρήματα συνάδουν με αποτελέσματα ερευνών σε άλλες αναπτυγμένες χώρες, όπου διαπιστώνεται ότι οι εικαστικοί καλλιτέχνες ανήκουν στις λιγότερο ευνοημένες και ευάλωτες κοινωνικές κατηγορίες, καθώς εργάζονται κάτω από ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες και έχουν αξιοσημείωτα χαμηλά εισοδήματα, παρά το γεγονός ότι πρόκειται για πληθυσμό με αρκετά υψηλή ειδίκευση, ο οποίος εκτός από τις καλλιτεχνικές, συνήθως έχει και άλλες πανεπιστημιακές σπουδές και είναι ιδιαίτερα γλωσσομαθής. Από την έρευνα προκύπτει ότι η θεσμική κατοχύρωση και η προστασία της εργασίας και του έργου των εικαστικών καλλιτεχνών, χρειάζονται ουσιαστική αναθεώρηση και αναβάθμιση.
Άρθρο στο επιστημονικό περιοδικό με κριτές:
International Journal of Nonprofit and Voluntary Sector Marketing, 2020, τεύχος 25(1): e1640
DOI: 10.1002/nvsm.1640
Περίληψη
Παρόλο που υπάρχει ένα αρκετά καλά αναπτυγμένο ερευνητικό πλαίσιο το οποίο περιγράφει διάφορα κίνητρα της συμπεριφοράς ως προς την πολιτισμική κατανάλωση, οι περισσότερες έρευνες δεν στηρίζονται σε ένα ιδιαίτερο θεωρητικό υπόβαθρο, σε μία ή περισσότερες ειδικές θεωρίες. Για καλύψει αυτό το κενό, η μελέτη αυτή στηρίζεται σε τρεις ψυχολογικές προσεγγίσεις και στα ευρήματα από προηγούμενες έρευνες, με στόχο να ανιχνεύσει τα κίνητρα που ωθούν στην κατανάλωση ποικίλων πολιτιστικών αγαθών και υπηρεσιών (όπως είναι π.χ. τα βιβλία, η ηχογραφημένη μουσική, τα ιστορικά μνημεία, οι φεστιβαλικές εκδηλώσεις, κ.λπ.). Για να διευρύνει περαιτέρω τις σχετικές μελέτες, η έρευνα αυτή προτείνει μια ιεραρχική δομή των αναγκών των καταναλωτών και εξετάζει τις διαφορές κινήτρων της συμπεριφοράς της πολιτιστικής κατανάλωσης που μπορεί να οφείλονται και σε ορισμένες δημογραφικές μεταβλητές (φύλο και ηλικία).
Για να επιβεβαιωθεί η δομή των κινήτρων της πολιτιστικής κατανάλωσης, υιοθετήθηκε ένα μοντέλο δομικών εξισώσεων, το οποίο περιλαμβάνει έξι κατηγορίες κινήτρων (ψυχαγωγία, απόδραση, καλλιτεχνική διερεύνηση, μάθηση/περιέργεια, οικογενειακή εγγύτητα και κοινωνικοποίηση). Οι κατηγορίες αυτές περιγράφουν επαρκώς τις ατομικές ανάγκες. Επιπλέον, αυτές οι κατηγορίες κινήτρων μπορούν να ταξινομηθούν σε τρεις τύπους ανώτερης τάξης (συναισθηματικά, γνωστικά και κοινωνικά κίνητρα). Η ανάλυση, δείχνει επίσης ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των κινήτρων, ανάλογα με την πολιτιστική συμμετοχή και ορισμένες δημογραφικές μεταβλητές.
Τα ευρήματα αυτά δεν έχουν ενδιαφέρον μόνο από ακαδημαϊκή άποψη, αλλά μπορούν να αξιοποιηθούν επίσης από επαγγελματίες στους κλάδους των τεχνών και του πολιτισμού, οι οποίοι θα ήθελαν να αναπτύξουν περισσότερο αποτελεσματικές στρατηγικές μάρκετινγκ, να αυξήσουν την ικανοποίηση του κοινού στο οποίο απευθύνονται και να δημιουργήσουν ευνοϊκότερες προϋποθέσεις ώστε να επιτύχουν τους όποιους οικονομικούς τους στόχους.
Άρθρο στο επιστημονικό περιοδικό με κριτές:
Empirical Studies of the Arts, 39(1), 17–35 [2021]
DOI: 10.1177/0276237419868952
Περίληψη
Πολλές έρευνες στην ψυχολογία της μουσικής δείχνουν ότι υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στις μουσικές προτιμήσεις τις ατομικές διαφορές ως προς την προσωπικότητα, ανάμεσα στις ποικίλες χρήσεις της μουσικής και τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, καθώς και ανάμεσα στις μουσικές προτιμήσεις και τις προσωπικές αξίες. Ωστόσο, δεν έχει ακόμη διερευνηθεί η συσχέτιση ανάμεσα στις προσωπικές αξίες και τους πολλαπλούς τρόπους με τους οποίους χρησιμοποιείται η μουσική.
Για να εξεταστεί αυτή η σχέση, πραγματοποιήθηκε εμπειρική έρευνα με αυτοσυμπληρούμενο ερωτηματολόγιο σε δείγμα 400 ατόμων. Το ερωτηματολόγιο περιλάμβανε δείκτες για τις χρήσεις της μουσικής, τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και τις προσωπικές αξίες, καθώς και ερωτήσεις για τα δημογραφικά χαρακτηριστικά των συμμετεχόντων.
Η ιεραρχική παλινδρόμηση έδειξε ότι τόσο η προσωπικότητα όσο και οι προσωπικές αξίες, αλλά και το φύλο, συμβάλλουν διαφοροποιημένα στην πρόβλεψη των ποικίλων τρόπων με τους οποίους χρησιμοποιείται η μουσική. Γενικά, τα ευρήματα αυτά οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η κατανόηση των τρόπων με τους οποίους οι ακροατές βιώνουν την μουσική, μπορεί να βελτιωθεί εξετάζοντας ποικίλες μεταβλητές με τις οποίες ανιχνεύονται οι ατομικές διαφορές.
Άρθρο στο επιστημονικό περιοδικό με κριτές:
Πολυφωνία, τεύχος 33-34/2019, σελ. 28-41
Αθήνα: Εκδόσεις «Κουλτούρα»
https://www.polyphonia.gr/issues_0033-34_el_contents.htm
Το άρθρο δημοσιεύεται μετά από επεξεργασία της εισήγησης στην ημερίδα
Μουσική – Αισθητική – Κοινωνία
(στη μνήμη της Ο. Ψυχοπαίδη)
Τμήμα Μουσικών Σπουδών ΕΚΠΑ
Αθήνα, 23 Νοεμβρίου 2018
Περίληψη
Το άρθρο αυτό παρουσιάζει συνοπτικά τις νέες συνθήκες παραγωγής, κυκλοφορίας και πρόσληψης των πολιτιστικών αγαθών, και σε αυτό το πλαίσιο αναζητά τη θέση της κριτικής που άσκησε ο Adorno στις βιομηχανίες του πολιτισμού. Οι δυνατότητες που παρέχουν οι ψηφιακές τεχνολογίες, η ανάπτυξη του διαδικτύου και ο νέος διεθνής καταμερισμός της εργασίας στους κλάδους του πολιτισμού, στο πλαίσιο μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, η δικτύωση και η “διαδικτύωση” των δημιουργών αλλά και του κοινού, έχουν επιφέρει σημαντικές αλλαγές στους τρόπους παραγωγής πολιτισμού.
Ταυτόχρονα, όλες αυτές οι αλληλένδετες εξελίξεις αποτελούν μερικά από τα στοιχεία μιας κατάστασης αρκετά διαφορετικής από εκείνη την οποία είχε υπόψη του και βίωνε ο Adorno, όταν διατύπωνε την κριτική του για τις βιομηχανίες του πολιτισμού. Σε αυτές τις εξελίξεις εστιάζεται το άρθρο αυτό, με στόχο να θέσει προς συζήτηση μια σειρά από ερωτήματα αναφορικά με την κριτική των πολιτιστικών βιομηχανιών, σε μια προσπάθεια να διερευνηθεί και να αναδειχθεί ό,τι εξακολουθεί να είναι επίκαιρο και σημαντικό από την οπτική του Adorno. Παράλληλα, αποσαφηνίζει μερικές από τις πιο διαδεδομένες παρανοήσεις, που παρουσιάζουν τις απόψεις του υπερβολικά επιφανειακές.