Παρουσιάζονται τα βασικά σημεία εμπειρικής έρευνας με αντικείμενο τις χρήσεις της μουσικής από το φοιτητικό πληθυσμό ενός περιφερειακού αστικού κέντρου που είναι η Αλεξανδρούπολη. Πρόκειται για ποσοτική έρευνα σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 400 ατόμων, η οποία ανιχνεύει ορισμένους από τους παράγοντες που επηρεάζουν τις διαφορετικές χρήσεις του συγκεκριμένου πολιτιστικού αγαθού. Όπως έδειξε η βιβλιογραφική επισκόπηση, ελάχιστες έρευνες εξετάζουν την επιρροή που ασκούν τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και οι κοινωνικές αξίες στην πολιτισμική κατανάλωση. Για το λόγο αυτό, συμπεριλήφθηκαν στους παράγοντες οι οποίοι εξετάστηκαν, μαζί με τις μεταβλητές του φύλου και της κατεύθυνσης των σπουδών (τμήματος φοίτησης).
Οι κοινωνικές αξίες διερευνήθηκαν με μία συντομευμένη εκδοχή της Έρευνας Αξιών του Schwartz, ενώ τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας με την κλίμακα BFI. Οι στατιστικές αναλύσεις των δεδομένων που συλλέχθηκαν (διερευνητική παραγοντική ανάλυση και ιεραρχική παλινδρόμηση), επιβεβαίωσαν τις υποθέσεις σύμφωνα με τις οποίες:
Τέλος, παρουσιάζονται τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας, τα οποία αναδεικνύουν τον πολυδιάστατο χαρακτήρα της πολιτισμικής κατανάλωσης και την ανάγκη να αναπτυχθούν ανάλογες έρευνες με αντικείμενο διαφορετικές κατηγορίες πολιτιστικών αγαθών.
Στην ανακοίνωση αυτή, εξετάζεται κριτικά η έννοια της μουσικής βιομηχανίας και περιγράφονται μερικές πρόσφατες τάσεις στην εξέλιξη της βιομηχανίας των ηχογραφημάτων ως συστατικού στοιχείου ενός ευρύτερου συστήματος – εκείνου των μουσικών βιομηχανιών. Ένα βασικό επιχείρημα της ανακοίνωσης είναι ότι για να κατανοηθούν οι εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών και η κρίση της βιομηχανίας των ηχογραφημάτων, η τελευταία θα πρέπει να εξεταστεί από μία αρκετά ευρύτερη οπτική η οποία περιλαμβάνει αφενός τη διαδικασία της δημιουργικής καταστροφής στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, όπως την ανέλυσε ο Tyler Cowen, και αφετέρου τις έξι πτυχές της παραγωγής πολιτισμού γενικά, όπως τις ανέλυσε ο Richard Peterson.
Από την οπτική αυτή, λαμβάνονται υπόψη - όσο αυτό είναι δυνατό σε μία ανακοίνωση - ορισμένα βασικά δεδομένα που αφορούν την βιομηχανία ηχογραφημάτων στην Ελλάδα και περιγράφονται οι πρόσφατες τάσεις που παρουσιάζει. Παρουσιάζονται, επίσης, ορισμένες ιδιαιτερότητες της ελληνικής περίπτωσης και συσχετίζονται με τα χαρακτηριστικά της συμβολικής παραγωγής στην καπιταλιστική περιφέρεια, αλλά και γενικότερα. Οι αδυναμίες που παρουσιάζει η έρευνα για τις μουσικές βιομηχανίες στην Ελλάδα εξηγούνται με βάση την επίδραση πολιτικών και οικονομικών παραγόντων και συζητείται η τεχνοφοβική στάση της βιομηχανίας ηχογραφημάτων. Στην ανακοίνωση υποστηρίζεται ότι – σε αντίθεση με τη ρητορική του κλάδου των ηχογραφημάτων – η τρέχουσα κρίση, μάλλον είναι κρίση ενός επιμέρους τομέα σε έναν από τους κλάδους των μουσικών βιομηχανιών. Εκείνο που η βιομηχανία των ηχογραφημάτων βιώνει ως καταστροφή – υποστηρίζεται στην ανακοίνωση – μπορεί να αποτελεί δημιουργική καταστροφή για το σύστημα των μουσικών βιομηχανιών, για τους δημιουργούς και τα ακροατήρια.
Τέλος, η ανακοίνωση καταλήγει ότι η επένδυση στην αναζήτηση και την έρευνα νέων μοντέλων, αντί της επένδυσης σε δικαστικές διαμάχες και σε πολέμους κατά της τεχνολογίας – όπως έχει κάνει η βιομηχανία των ηχογραφημάτων στη διάρκεια του εικοστού αιώνα – θα μπορούσε να είναι πιο αποτελεσματική, δίνοντας ακόμη και τη δυνατότητα να βρεθεί διέξοδος από το λαβύρινθο της τρέχουσας δημιουργικής καταστροφής.
Όπως όλα τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, το ραδιόφωνο αποτέλεσε - και από πολλές απόψεις εξακολουθεί να αποτελεί - μείζονα πολιτισμικό παράγοντα, εκφραστή και ταυτόχρονα δημιουργό αξιών, στάσεων, προτιμήσεων και ιδεολογίας γενικά, ανεξάρτητα από το εκάστοτε οργανωτικό ή/και λειτουργικό του μοντέλο (δημόσιο, κερδοσκοπικό, προπαγανδιστικό ή κάποιας υβριδικής μορφής).
Η ανακοίνωση αυτή εστιάζει στις κοινωνικές και πολιτισμικές όψεις του ραδιοφώνου, επιχειρώντας να διερευνήσει την επίδραση του διαδικτύου σε εκείνες τις ιδιότητες και λειτουργίες του οι οποίες το κατέστησαν σημαντικό συστατικό στοιχείο των μουσικών βιομηχανιών και αξιοσημείωτη πολιτισμική δύναμη, και καθιέρωσαν τις γνωστές πρακτικές παραγωγής τις οποίες ακολούθησε ως πυλωρός περιεχομένου. Η περιστασιακή χρήση του ερτζιανού ραδιοφώνου για τη συγκρότηση κοινωνικών δικτύων και την προβολή εναλλακτικών μορφών πολιτισμικής έκφρασης με τη μετάδοση μη συμβατικού ή αντισυμβατικού και ρηξικέλευθου περιεχομένου, ειδικότερα μεταξύ των νέων, φαίνεται να ενισχύεται στο ψηφιακό περιβάλλον.
Στην ανακοίνωση, με βάση μία διερευνητική μελέτη της ελληνικής περίπτωσης, αλλά και προηγούμενες έρευνες, υποστηρίζεται ότι υπάρχει μεγάλη απόσταση ανάμεσα στην απλή ιστοεκπομπή του ερτζιανού προγράμματος και την πλήρη αξιοποίηση των δυνατοτήτων που παρέχει το διαδίκτυο στην κατεύθυνση αυτή. Από την άποψη αυτή, σκιαγραφούνται ορισμένες από τις μείζονες μεταβολές που επιφέρει το διαδικτυακό ραδιόφωνο. Περιορίζοντας τους φραγμούς για τη μετάδοση, χαλαρώνοντας τους δεσμούς με τη βιομηχανία των ηχογραφημάτων, παρουσιάζοντας νέα επιχειρηματικά μοντέλα, καινοτόμες πρακτικές και μη συμβατικό περιεχόμενο και τελικά ευνοώντας την ανάπτυξη νέων μορφών ραδιοφωνικής κουλτούρας, αλλά και κριτικής κουλτούρας - ακόμη και αντικουλτούρας - το διαδικτυακό ραδιόφωνο θα μπορούσε να επιτύχει εκεί που απέτυχε το ερτζιανό - τουλάχιστον στην ελληνική περίπτωση - δηλαδή στην ανάπτυξη της ποικιλίας ως προς το περιεχόμενο.
Τέλος, εξετάζοντας τις δυνατότητες του διαδικτυακού ραδιοφώνου ως πολιτισμικού παράγοντα, η ανακοίνωση περιγράφει τις κατευθύνσεις στις οποίες θα μπορούσε να κινηθεί μελλοντικά η έρευνα.
Θεωρώντας την παγκοσμιοποίηση ως ένα σύνθετο κοινωνικό φαινόμενο, στην ανακοίνωση σκιαγραφείται μία διαφορετική στάση τόσο από τα επιχειρήματα της θεωρίας για τον πολιτισμικό ιμπεριαλισμό, όσο και από τον αποσπασματικό εμπειρισμό που διακρίνει ορισμένες "μικροκοινωνιολογικές" προσεγγίσεις στο πεδίο της κοινωνιολογίας των τεχνών. Η ανακοίνωση στηρίζεται στην άποψη ότι οι τέχνες αποτελούν ειδικές μορφές επικοινωνίας, συστήματα για τη δημιουργία, την παραγωγή, τη διάδοση και την πρόσληψη συμβολικών μορφών. Σε αυτό το πλαίσιο, στην ανακοίνωση διερευνώνται ορισμένα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του φαινομένου της παγκοσμιοποίησης τα οποία επηρεάζουν τις τέχνες με πολλαπλούς και αξιοσημείωτους τρόπους.
Τα χαρακτηριστικά αυτά, περιλαμβάνουν την ανάδυση εναλλακτικών τρόπων για την παραγωγή συμβολικών μορφών, οι οποίοι συνδέονται με την ανάπτυξη των ψηφιακών τεχνολογιών, τη σύγκλιση διαφορετικών μορφών επικοινωνίας και την αναβάθμιση της σημασίας των κοινωνικών δικτύων. Περιλαμβάνουν, επίσης, την κατάρρευση αρκετών εμποδίων για τις πολιτισμικές ανταλλαγές, το άνοιγμα των πολιτιστικών αγορών και την ολοένα αυξανόμενη σημασία των παγκόσμιων βιομηχανικών συμπλεγμάτων πολυμέσων - εξελίξεις οι οποίες συνεπάγονται νέα προβλήματα ρύθμισης, αλλά και ανησυχίες σχετικά με την πολιτιστική ποικιλία, την ετερογένεια και την ελευθερία της έκφρασης, καθώς και την όξυνση των πολιτισμικών ασυμμετριών σε παγκόσμιο επίπεδο.
Υποστηρίζεται ότι παρόλα αυτά, οι ίδιες αυτές εξελίξεις έχουν διαμορφώσει μια νέα κατάσταση, ενισχύοντας την ανάπτυξη των κοινωνικών δικτύων και την πιθανότητα να αναδειχθούν σε εναλλακτικό τρόπο παραγωγής πολιτισμού. Η ανακοίνωση εστιάζει σε αυτές τις ιδιομορφίες, υποστηρίζοντας επίσης ότι η παγκοσμιοποίηση - ακόμη και στην τρέχουσα, νεοφιλελεύθερη μορφή της - επηρεάζει με ποικίλους και αντιφατικούς τρόπους και τις έξι πτυχές της πολιτιστικής παραγωγής, ενώ έχει δημιουργήσει περισσότερες και καλύτερες δυνατότητες για τη μελέτη των άτυπων και εναλλακτικών κόσμων της τέχνης, οι οποίοι μέχρι πρόσφατα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να διερευνηθούν.
Στην ανακοίνωση υιοθετείται μία διαφορετική στάση αφενός από την ενθουσιώδη υποστήριξη ή την απόλυτη απόρριψη των μηχανισμών της αγοράς στο πεδίο του πολιτισμού, αφετέρου από τη Θεωρία της Διαδικτυακής Νιρβάνα. Τέλος, προτείνεται ότι είναι απαραίτητο να ερευνηθούν περισσότερο και να αναλυθούν σε βάθος οι συνθήκες στις οποίες τα δίκτυα εκτοπίζουν τις κοινότητες και η καθολική επέκταση των εμπορευματικών σχέσεων και των μηχανισμών της αγοράς αφήνει όλο και λιγότερα περιθώρια για εναλλακτικές μορφές παραγωγής πολιτισμού.
Οι επιδράσεις που ασκούν το διαδίκτυο και το νέο ψηφιακό περιβάλλον στα πεδία της μουσικής δημιουργίας, της παραγωγής, της διάδοσης και της πρόσληψης μουσικής, μπορούν να κατανοηθούν καλύτερα εάν ληφθούν υπόψη ο αντιφατικός χαρακτήρας του νέου μέσου επικοινωνίας, η πολυπλοκότητα του συστήματος των μουσικών βιομηχανιών, η ετερογένεια των κοινωνικών συνόλων που την απαρτίζουν (μουσικοί, πολιτιστικοί διαμεσολαβητές, ακροατήρια), καθώς και ο ευρύτερος τρόπος παραγωγής συμβολικών αγαθών που επικρατεί στις σύγχρονες κοινωνίες. Σε αυτό το πλαίσιο, ορισμένες από τις νέες τάσεις στον κοινωνικό χώρο της μουσικής εξετάζονται ως αποτέλεσμα αντίρροπων δυνάμεων. Παράλληλα, δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη να αναλυθούν και να αξιολογηθούν με νηφαλιότητα οι όποιες ανακατατάξεις παρατηρούνται στο πεδίο του μουσικού πολιτισμού, προκειμένου να κατανοηθούν οι μεταβολές που επέρχονται στους κοινωνικούς ρόλους των μουσικών, αλλά και γενικότερα στη δομή και τις λειτουργίες των βιομηχανιών της μουσικής.
Ξεπερνώντας κατεστημένα στερεότυπα, αποφεύγοντας ισοπεδωτικές γενικεύσεις και διευκρινίζοντας ορισμένες από τις κοινωνικές και πολιτισμικές προεκτάσεις των μεταβολών που επιφέρει το ψηφιακό περιβάλλον στη μουσική, υποστηρίζεται ότι η καλύτερη κατανόησή τους μπορεί να συμβάλει στη βέλτιστη αξιοποίηση των νέων δυνατοτήτων και στη διεύρυνση του ορίζοντα τόσο των μουσικών, όσο και των ακροατηρίων. Υποστηρίζεται, επίσης, ότι οι ανάγκες που αναδύονται στο νέο περιβάλλον δημιουργούν μία ακόμη καλή ευκαιρία για να επανεξεταστεί η πολιτική "laissez faire" στον τομέα της μουσικής, η οποία δεν θα πρέπει να χαθεί.