Alexandros Baltzis, Antonis Gardikiotis

Πρακτικά του διεθνούς συνεδρίου:
Arts, Culture and Public Sphere. Expressive and Instrumental Values in Economic and Sociological Perspectives
FDA – Faculty of Design and Art – IUAV University, Venice
DADI – Department of Art and Industrial Design – IUAV University, Venice
The Sociology of Culture RN of the ESA - European Sociological Association
The Sociology of the Arts RN of the ESA - European Sociological Association
Βενετία, 4-8 Νοεμβρίου 2008
Ηλεκτρονική έκδοση

 

Περίληψη

Αντικείμενο: Παρουσιάζεται εμπειρική έρευνα η οποία εστιάζει στα πρότυπα απόκτησης μουσικής του φοιτητικού πληθυσμού της Θεσσαλονίκης. Βασικός στόχος της έρευνας είναι να διερευνήσει τη σχέση ανάμεσα στη χρήση των ποικίλων καναλιών διάδοσης της μουσικής αφενός και αφετέρου στις μουσικές προτιμήσεις, τις κοινωνικές αξίες και ορισμένα δημογραφικά χαρακτηριστικά του υπό έρευνα πληθυσμού.

Μέθοδοι: Από 456 φοιτητές στα τρία ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της πόλης ζητήθηκε να υποδείξουν τη συχνότητα με την οποία αποκτούν μουσική από διαφορετικά κανάλια διάδοσης. Από τους ερωτώμενους ζητήθηκε επίσης να υποδείξουν τις προτιμήσεις τους για 24 μουσικά είδη και τη σημασία που αποδίδουν σε 24 κοινωνικές αξίες για την προσωπική τους ζωή. Επίσης, συλλέχθηκαν τυπικά δημογραφικά δεδομένα (φύλο, μορφωτικό επίπεδο γονέων, γεωγραφική προέλευση, επαγγέλματα γονέων, ετήσιο οικογενειακό εισόδημα) και κατασκευάστηκε μία κλίμακα κοινωνικοοικονομικής κατάστασης. Για κάθε ερωτώμενο υπολογίστηκε ο λόγος χρήσης του κάθε καναλιού προς τη συνολική χρήση όλων των καναλιών μέσω των οποίων αποκτά μουσική, ώστε να προκύψουν τα πρότυπα χρήσης των διαφορετικών καναλιών. Συμπληρωματικά, τα διάφορα κανάλια ταξινομήθηκαν σε τυπικά και άτυπα, καθώς και σε δωρεάν και επί πληρωμή.

Πραγματοποιήθηκε ανάλυση διακύμανσης κατά ένα παράγοντα για να διερευνηθεί η σχέση ανάμεσα στα πρότυπα χρήσης των καναλιών διάδοσης αφενός και αφετέρου στο μορφωτικό επίπεδο των γονέων, τη γεωγραφική προέλευση, την κοινωνικοοικονομική κατάσταση και το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα. Επίσης πραγματοποιήθηκε σύγκριση της μέσης τιμής ανεξάρτητων δειγμάτων (independent-samples T-test) για να διερευνηθεί κατά πόσο τα πρότυπα απόκτησης μουσικής των ανδρών είναι διαφορετικά από εκείνα των γυναικών. Τέλος, πραγματοποιήθηκαν αναλύσεις ιεραρχικής πολλαπλής παλινδρόμησης για να διερευνηθεί κατά πόσο οι μουσικές προτιμήσεις και οι κοινωνικές αξίες μπορούν να προβλέψουν τα πρότυπα απόκτησης μουσικής.

Ευρήματα: Οι αναλύσεις έδειξαν ότι οι μουσικές προτιμήσεις, το φύλο και το πολιτιστικό υπόβαθρο προβλέπουν καλύτερα τα πρότυπα απόκτησης μουσικής σε σύγκριση με τις κοινωνικές αξίες, τη γεωγραφική προέλευση, το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα και την κοινωνικοοικονομική κατάσταση. Τα ευρήματα αντιφάσκουν με τη ρητορική της (μείζονος) βιομηχανίας ηχογραφημάτων, η οποία αναπαριστά με υπερβολικά απλουστευτικό τρόπο τους χρήστες άτυπων και δωρεάν καναλιών διάδοσης της μουσικής, προσάπτοντάς τους αποκλειστικά αρνητικές εργαλειακές αξίες.

Η βιβλιογραφική επισκόπηση αποκάλυψε επίσης ότι τα μείζονα επιστημονικά παραδείγματα με τα οποία η κοινωνιολογία της μουσικής και η κοινωνιολογία των τεχνών ερμηνεύουν την πολιτιστική κατανάλωση και τις προτιμήσεις (θεωρία της ομολογίας, της πολιτισμικής παμφαγίας και πιο πρόσφατα της "σκηνής"), δεν υπεισέρχονται στις λεπτομέρειες και τις ιδιαιτερότητες των τρόπων με τους οποίους αντικειμενοποιούνται διαφορετικές μορφές του πολιτισμικού κεφαλαίου. Η σημασία των ευρημάτων για τη θεωρία, έγκειται στο γεγονός ότι προέκυψαν ενδείξεις, σύμφωνα με τις οποίες στην περίπτωση της μουσικής, τα πρότυπα απόκτησης είναι δύσκολο να συσχετιστούν με το βιοτικό ύφος συγκεκριμένων κοινωνικών στρωμάτων, σε αντίθεση με τις προτιμήσεις. Η διαπίστωση αυτή - εφόσον επιβεβαιωθεί από περαιτέρω έρευνες - μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση των σχετικών θεωριών και στην καλύτερη κατανόηση των λειτουργιών που επιτελούν οι τέχνες στις σύγχρονες κοινωνίες.

Ένα από τα συμπεράσματα που προέκυψαν, είναι επίσης ότι χρειάζεται περαιτέρω έρευνα για να κατανοηθούν καλύτερα οι τρόποι με τους οποίους διαμορφώνονται τα πρότυπα απόκτησης μουσικής, ώστε να εξεταστεί κατά πόσο μπορεί να αποτελούν έκφραση συμβολικής αντίστασης ή προσαρμογής, απαξίωσης της καλλιτεχνικής δημιουργίας ή ευαισθητοποίησης απέναντι στην καιροσκοπική και κερδοσκοπική χρησιμοποίησή της. Η καλύτερη κατανόηση των προτύπων αυτών μπορεί να συμβάλει στη διευκρίνιση πολιτιστικών πρακτικών της καθημερινότητας και τελικά στη διαμόρφωση πιο αποτελεσματικής και παραγωγικής πολιτικής απέναντι στα ακροατήρια, από εκείνη της καταστολής.

Το πρακτικό, επομένως, επιχείρημα που υποστηρίζεται από την έρευνα αυτή, είναι ότι μάλλον θα ήταν επωφελέστερο για τη βιομηχανία των ηχογραφημάτων να επενδύσει σε σοβαρή έρευνα για το σχεδιασμό εναλλακτικής στρατηγικής απέναντι στα ακροατήρια, παρά σε δικαστικές διαμάχες αμφίβολης αποτελεσματικότητας, επιχειρώντας να υποστηρίξει μια παρωχημένη πολιτική που αγνοεί επιδεικτικά την πολυπλοκότητα της πολιτισμικής κατανάλωσης. Ανάλογη μεταβολή στάσης θα μπορούσε επίσης να βελτιώσει τη δημόσια εικόνα του κλάδου, καθώς αποτελεί μέχρι σήμερα μία από τις ελάχιστες πολιτιστικές βιομηχανίες που αντιμάχονται τους καταναλωτές τους.